Αχθοφόρος στα δανικά
Μετάφραση: αχθοφόρος, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
drager, portier, porter, Portør, Portvakt
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αχθοφόρος
επαγγελμα αχθοφόρος, αχθοφόρος συνωνυμα, αχθοφόρος λεξικο, αχθοφόρος translation, αχθοφόρος τι σημαινει, αχθοφόρος λεξικό γλώσσας δανικά, αχθοφόρος στα δανικά
Μεταφράσεις
- αχαλίνωτος στα δανικά - utøjlede, uhæmmet, uhæmmede, tøjlesløs, hæmningsløse
- αχαριστία στα δανικά - utaknemmelighed, utaknemlighed, utak
- αχινός στα δανικά - søpindsvin
- αχλάδι στα δανικά - pære, pærer, pear, pæretræer, pære-
Τυχαίες λέξεις
Αχθοφόρος στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: drager, portier, porter, Portør, Portvakt
Μεταφράσεις: drager, portier, porter, Portør, Portvakt