Αχθοφόρος στα ολλανδικά

Μετάφραση: αχθοφόρος, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
portier, conciërge, porter, kruier, afgifte, drager
Αχθοφόρος στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αχθοφόρος

επαγγελμα αχθοφόρος, αχθοφόρος συνωνυμα, αχθοφόρος λεξικο, αχθοφόρος translation, αχθοφόρος τι σημαινει, αχθοφόρος λεξικό γλώσσας ολλανδικά, αχθοφόρος στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • αχαλίνωτος στα ολλανδικά - tomeloos, ongebreidelde, ongebreideld, tomeloze, ongeremde
  • αχαριστία στα ολλανδικά - ondankbaarheid, ondank, ondankbaar, de ondankbaarheid, ingratitude
  • αχινός στα ολλανδικά - zee-egel, zeeëgel
  • αχλάδι στα ολλανδικά - peer, peren, pear, perenbomen
Τυχαίες λέξεις
Αχθοφόρος στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: portier, conciërge, porter, kruier, afgifte, drager