Αχθοφόρος στα ισλανδικά
Μετάφραση: αχθοφόρος, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
dyravörður, Porter, Burðarmaður, Móttakan, Brúðkaupsþjónusta Burðarmaður, Hraðbanki
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αχθοφόρος
επαγγελμα αχθοφόρος, αχθοφόρος συνωνυμα, αχθοφόρος λεξικο, αχθοφόρος translation, αχθοφόρος τι σημαινει, αχθοφόρος λεξικό γλώσσας ισλανδικά, αχθοφόρος στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- αχαλίνωτος στα ισλανδικά - taumlaust, unbridled
- αχαριστία στα ισλανδικά - ingratitude
- αχινός στα ισλανδικά - sjó, hafið, sjór, sjávar, sjórinn
- αχλάδι στα ισλανδικά - pera, peru, perur
Τυχαίες λέξεις
Αχθοφόρος στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: dyravörður, Porter, Burðarmaður, Móttakan, Brúðkaupsþjónusta Burðarmaður, Hraðbanki
Μεταφράσεις: dyravörður, Porter, Burðarmaður, Móttakan, Brúðkaupsþjónusta Burðarmaður, Hraðbanki