Βγάζω στα δανικά

Μετάφραση: βγάζω, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
Doff
Βγάζω στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: βγάζω

βγάζω φρονιμίτες, βγάζω πολλά υγρά, βγάζω το φίδι από την τρύπα, βγάζω λόγο, βγάζω από την πέτρα λάδι, βγάζω λεξικό γλώσσας δανικά, βγάζω στα δανικά

Μεταφράσεις

  • βαφτιστήρι στα δανικά - gudbørn
  • βαφτιστικός στα δανικά - Godson, gudsøn, Godson fra tænketanken
  • βδελυρός στα δανικά - hæslige, hæslig, hæsligt, modbydelige, afskyelige
  • βεβαίως στα δανικά - nok, sikkert, bestemt, helt sikkert, helt, hvert fald
Τυχαίες λέξεις
Βγάζω στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: Doff