Βγάζω στα ουκρανικά
Μετάφραση: βγάζω, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
видобути, встановлювати, виявляти, виявити, Doff
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βγάζω
βγάζω φρονιμίτες, βγάζω πολλά υγρά, βγάζω το φίδι από την τρύπα, βγάζω λόγο, βγάζω από την πέτρα λάδι, βγάζω λεξικό γλώσσας ουκρανικά, βγάζω στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- βαφτιστήρι στα ουκρανικά - хрещеників, похресників, хресників
- βαφτιστικός στα ουκρανικά - хрещеник, Похресник, крестник
- βδελυρός στα ουκρανικά - огидний, потворний, бридкий, найогидніший, огидне
- βεβαίως στα ουκρανικά - напевно, авжеж, аякже, звичайно, неодмінно, звісно
Τυχαίες λέξεις
Βγάζω στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: видобути, встановлювати, виявляти, виявити, Doff
Μεταφράσεις: видобути, встановлювати, виявляти, виявити, Doff