Βγάζω στα λιθουανικά
Μετάφραση: βγάζω, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
Mesti, Doff, Noģērbt, Muskać
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βγάζω
βγάζω φρονιμίτες, βγάζω πολλά υγρά, βγάζω το φίδι από την τρύπα, βγάζω λόγο, βγάζω από την πέτρα λάδι, βγάζω λεξικό γλώσσας λιθουανικά, βγάζω στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- βαφτιστήρι στα λιθουανικά - Chrześniacy
- βαφτιστικός στα λιθουανικά - krikštasūnis, anūkas, Krustdēls, Chrześniak, Kryželiu
- βδελυρός στα λιθουανικά - šlykštus, bjaurus, baisus, Obrzydliwy, bjaurinti
- βεβαίως στα λιθουανικά - žinoma, žinia, tikrai, neabejotinai
Τυχαίες λέξεις
Βγάζω στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: Mesti, Doff, Noģērbt, Muskać
Μεταφράσεις: Mesti, Doff, Noģērbt, Muskać