Γκαζόν στα δανικά
Μετάφραση: γκαζόν, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
græsplæne, plænen, græsplænen, lawn, plæne
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: γκαζόν
γκαζόν αγριάδα, γκαζόν φύτεμα, γκαζόν ή τριφύλλι, γκαζόν φεστούκα, γκαζόν λίπανση, γκαζόν λεξικό γλώσσας δανικά, γκαζόν στα δανικά
Μεταφράσεις
- γκάλοπ στα δανικά - meningsmåling, afstemningen, afstemning, undersøgelse, måling
- γκαβός στα δανικά - gkavos
- γκαρίζω στα δανικά - Bray, i Bray, til Bray, af Bray
- γκελ στα δανικά - rebound, stige, vokse kraftigt, opsvingsvirkninger
Τυχαίες λέξεις
Γκαζόν στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: græsplæne, plænen, græsplænen, lawn, plæne
Μεταφράσεις: græsplæne, plænen, græsplænen, lawn, plæne