Γκαζόν στα ουκρανικά
Μετάφραση: γκαζόν, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
правостворюючий, газон
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: γκαζόν
γκαζόν αγριάδα, γκαζόν φύτεμα, γκαζόν ή τριφύλλι, γκαζόν φεστούκα, γκαζόν λίπανση, γκαζόν λεξικό γλώσσας ουκρανικά, γκαζόν στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- γκάλοπ στα ουκρανικά - галоп, голосування
- γκαβός στα ουκρανικά - косоокий, gkavos
- γκαρίζω στα ουκρανικά - гримати, неприємний, товкти, гукати, кричати
- γκελ στα ουκρανικά - стрибок, підстрибнути, відскік, відскок
Τυχαίες λέξεις
Γκαζόν στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: правостворюючий, газон
Μεταφράσεις: правостворюючий, газон