Δημοσιογραφία στα δανικά
Μετάφραση: δημοσιογραφία, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
journalistik, journalistikken, journalistisk, journalistiske
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δημοσιογραφία
δημοσιογραφία ορισμός, δημοσιογραφία των πολιτών, δημοσιογραφία εξ αποστάσεως, δημοσιογραφία δεδομένων, δημοσιογραφία απθ, δημοσιογραφία λεξικό γλώσσας δανικά, δημοσιογραφία στα δανικά
Μεταφράσεις
- δημοσιεύω στα δανικά - udelade, befri, udgive, åbenbare, frigive, offentliggøre, offentliggør, ...
- δημοσιογράφος στα δανικά - journalist, reporter, reporteren, journalisten
- δημοσιοποίηση στα δανικά - offentliggørelse, videregivelse, oplysning, udbredelse, udlevering
- δημοσιότητα στα δανικά - reklame, omtale, publicity, offentliggørelse, offentlighed
Τυχαίες λέξεις
Δημοσιογραφία στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: journalistik, journalistikken, journalistisk, journalistiske
Μεταφράσεις: journalistik, journalistikken, journalistisk, journalistiske