Δημοσιογραφία στα σουηδικά

Μετάφραση: δημοσιογραφία, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
journalistik, journalistiken, journalism, journalist
Δημοσιογραφία στα σουηδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: δημοσιογραφία

δημοσιογραφία ορισμός, δημοσιογραφία των πολιτών, δημοσιογραφία εξ αποστάσεως, δημοσιογραφία δεδομένων, δημοσιογραφία απθ, δημοσιογραφία λεξικό γλώσσας σουηδικά, δημοσιογραφία στα σουηδικά

Μεταφράσεις

  • δημοσιεύω στα σουηδικά - befria, befrielse, publicera, offentliggöra, publicerar, offentliggör, att offentliggöra
  • δημοσιογράφος στα σουηδικά - journalist, reportern, reporter, rapportör
  • δημοσιοποίηση στα σουηδικά - avslöjande, utlämnande, offentliggörande, beskrivning, utlämnandet
  • δημοσιότητα στα σουηδικά - publicitet, offentlighet, reklam, offentliggörande, publicity
Τυχαίες λέξεις
Δημοσιογραφία στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: journalistik, journalistiken, journalism, journalist