Δημοσιογραφία στα ισλανδικά

Μετάφραση: δημοσιογραφία, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
Blaðamennska, blaðamennsku
Δημοσιογραφία στα ισλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: δημοσιογραφία

δημοσιογραφία ορισμός, δημοσιογραφία των πολιτών, δημοσιογραφία εξ αποστάσεως, δημοσιογραφία δεδομένων, δημοσιογραφία απθ, δημοσιογραφία λεξικό γλώσσας ισλανδικά, δημοσιογραφία στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • δημοσιεύω στα ισλανδικά - birta, gefa út, út, birtir, að birta
  • δημοσιογράφος στα ισλανδικά - blaðamaður, Fréttaritari, Reporter, fréttamaður, blaðamaðurinn
  • δημοσιοποίηση στα ισλανδικά - birting, upplýsingagjöf, miðlun, birtingu, upplýsingaskyldu
  • δημοσιότητα στα ισλανδικά - publicity, kynningar, umfjöllun, umtal, kynning
Τυχαίες λέξεις
Δημοσιογραφία στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: Blaðamennska, blaðamennsku