Διαταράσσω στα δανικά

Μετάφραση: διαταράσσω, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
derange
Διαταράσσω στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διαταράσσω

διαταράσσω συνώνυμα, διαταράσσω λεξικό γλώσσας δανικά, διαταράσσω στα δανικά

Μεταφράσεις

  • διατάσσω στα δανικά - påbyde, pålægger, pålægge, påbyder, indskærpe
  • διατήρηση στα δανικά - bevaring, bevarelse, beskyttelse, bevarelsen, bevare
  • διαταραχή στα δανικά - forvirring, uorden, forstyrrelse, lidelse, sygdom
  • διατείνομαι στα δανικά - beholde, holde, foregive, lade, foregiver, lade som
Τυχαίες λέξεις
Διαταράσσω στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: derange