Διαταράσσω στα τούρκικα
Μετάφραση: διαταράσσω, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
çıldırtmak, derange, dengesini bozmak, rahatsız etmek, kafasını karıştırmak
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διαταράσσω
διαταράσσω συνώνυμα, διαταράσσω λεξικό γλώσσας τούρκικα, διαταράσσω στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- διατάσσω στα τούρκικα - emretmek, istemek, emreden, emrederdi, emirde bulunmak
- διατήρηση στα τούρκικα - koruma, Korunması, Conservation, tasarrufu, korunumu
- διαταραχή στα τούρκικα - karışıklık, düzensizlik, bozukluğu, bozukluk, hastalıktır, bir hastalıktır
- διατείνομαι στα τούρκικα - korumak, taklit, iddia, rol, numara
Τυχαίες λέξεις
Διαταράσσω στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: çıldırtmak, derange, dengesini bozmak, rahatsız etmek, kafasını karıştırmak
Μεταφράσεις: çıldırtmak, derange, dengesini bozmak, rahatsız etmek, kafasını karıştırmak