Διαφυγή στα δανικά
Μετάφραση: διαφυγή, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
flugt, escape, flygte, undslippe, udslip
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διαφυγή
διαφυγή εγκεφαλονωτιαίου υγρού, διαφυγή τριγλώχινας βαλβίδας, χωρίς διαφυγή, διαφυγή αορτικής βαλβίδας, διαφυγή βαλβίδας, διαφυγή λεξικό γλώσσας δανικά, διαφυγή στα δανικά
Μεταφράσεις
- διαφορετικός στα δανικά - forskellig, anderledes, forskellige, anden, andet
- διαφοροποιώ στα δανικά - differentiere, skelne, sondre, adskille, at differentiere
- διαφωνία στα δανικά - udveksling, debat, strid, konflikt, skænderi, bytte, argument, ...
- διαφωνώ στα δανικά - drøfte, argumentere, diskutere, uenige, uenig, er uenige, er uenig, ...
Τυχαίες λέξεις
Διαφυγή στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: flugt, escape, flygte, undslippe, udslip
Μεταφράσεις: flugt, escape, flygte, undslippe, udslip