Διαφυγή στα λευκορωσικά
Μετάφραση: διαφυγή, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
ўцёкі, уцёкі
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διαφυγή
διαφυγή εγκεφαλονωτιαίου υγρού, διαφυγή τριγλώχινας βαλβίδας, χωρίς διαφυγή, διαφυγή αορτικής βαλβίδας, διαφυγή βαλβίδας, διαφυγή λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, διαφυγή στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- διαφορετικός στα λευκορωσικά - іншы, іншай, іншага, другога, другі
- διαφοροποιώ στα λευκορωσικά - дыферэнцаваць, дыферэнцыяваць, дыферэнцыраваць
- διαφωνία στα λευκορωσικά - рознагалоссе, нясуладзіца, рознагалосьсе, нязгоды, адрозьненьні
- διαφωνώ στα λευκορωσικά - не згаджацца, не пагаджацца
Τυχαίες λέξεις
Διαφυγή στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: ўцёкі, уцёкі
Μεταφράσεις: ўцёкі, уцёкі