Διαφυγή στα εσθονικά
Μετάφραση: διαφυγή, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
leke, põgenemine, põgeneda, põgenemiseks, pingete maandamiseks, põgenemise
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διαφυγή
διαφυγή εγκεφαλονωτιαίου υγρού, διαφυγή τριγλώχινας βαλβίδας, χωρίς διαφυγή, διαφυγή αορτικής βαλβίδας, διαφυγή βαλβίδας, διαφυγή λεξικό γλώσσας εσθονικά, διαφυγή στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- διαφορετικός στα εσθονικά - erinevalt, muu, ebatõenäoline, teistsugune, erinev, eri, erinevate, ...
- διαφοροποιώ στα εσθονικά - diferentseerima, eristama, eristuma, eristada, diferentseerida, vahet, eristavad
- διαφωνία στα εσθονικά - vaidlema, eriarvamus, argument, väide, muutma, vahetama, mõttevahetus, ...
- διαφωνώ στα εσθονικά - vaidlema, väitma, mitte nõustuma, ei nõustu, nõus, nõustu, eriarvamusel
Τυχαίες λέξεις
Διαφυγή στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: leke, põgenemine, põgeneda, põgenemiseks, pingete maandamiseks, põgenemise
Μεταφράσεις: leke, põgenemine, põgeneda, põgenemiseks, pingete maandamiseks, põgenemise