Διαφυγή στα πορτογαλικά
Μετάφραση: διαφυγή, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
fuga, escapar, de escape, de fuga, saída
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διαφυγή
διαφυγή εγκεφαλονωτιαίου υγρού, διαφυγή τριγλώχινας βαλβίδας, χωρίς διαφυγή, διαφυγή αορτικής βαλβίδας, διαφυγή βαλβίδας, διαφυγή λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, διαφυγή στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- διαφορετικός στα πορτογαλικά - outro, diferença, diferente, diverso, diferentes, distinto
- διαφοροποιώ στα πορτογαλικά - diferencie, diferente, diferenciar, diferenciam, diferenciação, distinguir, diferenciá
- διαφωνία στα πορτογαλικά - disputa, discussão, porfiar, argumentação, cambiar, câmbio, permutar, ...
- διαφωνώ στα πορτογαλικά - porfiar, contender, discutir, discuta, argumentar, disputar, arguir, ...
Τυχαίες λέξεις
Διαφυγή στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: fuga, escapar, de escape, de fuga, saída
Μεταφράσεις: fuga, escapar, de escape, de fuga, saída