Δοκάρι στα δανικά

Μετάφραση: δοκάρι, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
embede, poste, post, ud, ud af, Udtjekning, out, ud til
Δοκάρι στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: δοκάρι

τετραπλό δοκάρι, δοκάρι και μέσα, ανεστραμμένο δοκάρι, γκολ δοκάρι, δοκάρι βικιλεξικο, δοκάρι λεξικό γλώσσας δανικά, δοκάρι στα δανικά

Μεταφράσεις

  • διώρυγα στα δανικά - kanal, kanalen, canal, Grande
  • δοιάκι στα δανικά - ror, rorpind, styrestangen, rorpinden, styrestang, fræseren
  • δοκίμια στα δανικά - essay, prøve, stil, essays, stile, afhandlinger
  • δοκίμιο στα δανικά - essay, stil, prøve, bevis, dokumentation, bevis for, beviser, ...
Τυχαίες λέξεις
Δοκάρι στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: embede, poste, post, ud, ud af, Udtjekning, out, ud til