Δοκάρι στα τούρκικα

Μετάφραση: δοκάρι, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
dikey, memuriyet, dik, dürüst, kazık, posta, dışarı, üzerinden, out, takım arasından, dışında
Δοκάρι στα τούρκικα
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: δοκάρι

τετραπλό δοκάρι, δοκάρι και μέσα, ανεστραμμένο δοκάρι, γκολ δοκάρι, δοκάρι βικιλεξικο, δοκάρι λεξικό γλώσσας τούρκικα, δοκάρι στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • διώρυγα στα τούρκικα - kanal, Canal, kanalı, bir kanal, kanalın
  • δοιάκι στα τούρκικα - dümen, dümen yekesi, yeke, yeke tipi, kardeş
  • δοκίμια στα τούρκικα - denemek, deneme, denemeler, makaleler, denemeleri, yazıları
  • δοκίμιο στα τούρκικα - denemek, deneme, kanıt, dayanıklı, geçirmez, kanıtı, kanıtıdır
Τυχαίες λέξεις
Δοκάρι στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: dikey, memuriyet, dik, dürüst, kazık, posta, dışarı, üzerinden, out, takım arasından, dışında