Δοκάρι στα σλαβομακεδονικά

Μετάφραση: δοκάρι, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
надвор, од, на, излезе
Δοκάρι στα σλαβομακεδονικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: δοκάρι

τετραπλό δοκάρι, δοκάρι και μέσα, ανεστραμμένο δοκάρι, γκολ δοκάρι, δοκάρι βικιλεξικο, δοκάρι λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, δοκάρι στα σλαβομακεδονικά

Μεταφράσεις

  • διώρυγα στα σλαβομακεδονικά - канал, каналот
  • δοιάκι στα σλαβομακεδονικά - фиданка
  • δοκίμια στα σλαβομακεδονικά - есеј, есеи, есеите, есеистика, роман
  • δοκίμιο στα σλαβομακεδονικά - есеј, доказ, докажување, докази, доказ за, доказот
Τυχαίες λέξεις
Δοκάρι στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: надвор, од, на, излезе