Εγκόσμιος στα δανικά

Μετάφραση: εγκόσμιος, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
verdslige, hverdagsagtige, trivielle, banalt, helt jordnære
Εγκόσμιος στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εγκόσμιος

εγκόσμιος συνώνυμα, εγκόσμιος λεξικο, εγκόσμιος λεξικό γλώσσας δανικά, εγκόσμιος στα δανικά

Μεταφράσεις

  • εγκρατής στα δανικά - afholdende, stoffri, abstinent, røgfri, abstinensfri
  • εγκυμοσύνη στα δανικά - graviditet, graviditeten, drægtighed, med graviditet
  • εγχάραξη στα δανικά - gravering, indgravering, kobberstik, graveringen
  • εγχείρημα στα δανικά - projekt, projektet, projektets
Τυχαίες λέξεις
Εγκόσμιος στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: verdslige, hverdagsagtige, trivielle, banalt, helt jordnære