Εγκόσμιος στα ισλανδικά
Μετάφραση: εγκόσμιος, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
mundane, hversdagsleg, hversdagslegri, hversdagslega, hversdagslegt
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εγκόσμιος
εγκόσμιος συνώνυμα, εγκόσμιος λεξικο, εγκόσμιος λεξικό γλώσσας ισλανδικά, εγκόσμιος στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- εγκρατής στα ισλανδικά - hófsamur, bindindi, edrú
- εγκυμοσύνη στα ισλανδικά - meðganga, þungun, meðgöngu, þungun á, Meðganga Ekki
- εγχάραξη στα ισλανδικά - áletrun, leturgröftur, málmgreftri
- εγχείρημα στα ισλανδικά - verkefni, verkefnið, verkefninu, verkefnisins, verkefnastjórnun
Τυχαίες λέξεις
Εγκόσμιος στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: mundane, hversdagsleg, hversdagslegri, hversdagslega, hversdagslegt
Μεταφράσεις: mundane, hversdagsleg, hversdagslegri, hversdagslega, hversdagslegt