Εκπαιδευτής στα δανικά

Μετάφραση: εκπαιδευτής, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
instruktør, instruktøren, underviser, lærer
Εκπαιδευτής στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εκπαιδευτής

εκπαιδευτής δελφινιών, εκπαιδευτής σκύλων κύπρος, εκπαιδευτής κεκ, εκπαιδευτής οδηγών, εκπαιδευτής σκύλων, εκπαιδευτής λεξικό γλώσσας δανικά, εκπαιδευτής στα δανικά

Μεταφράσεις

  • εκπίπτω στα δανικά - fald, falde, efterår, ebbe, ebb
  • εκπαίδευση στα δανικά - uddannelse, træning, undervisning, uddannelser, uddannelses-
  • εκπαιδευτικός στα δανικά - uddannelsesmæssige, pædagogisk, pædagogiske, uddannelsesmæssig, uddannelsessystemet
  • εκπαιδευόμενος στα δανικά - praktikant, trainee, praktikanten, elev, praktikanter
Τυχαίες λέξεις
Εκπαιδευτής στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: instruktør, instruktøren, underviser, lærer