Εκπαιδευτής στα πορτογαλικά

Μετάφραση: εκπαιδευτής, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
instrutor, instrutor de, professor, instrutor da, instrutora
Εκπαιδευτής στα πορτογαλικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εκπαιδευτής

εκπαιδευτής δελφινιών, εκπαιδευτής σκύλων κύπρος, εκπαιδευτής κεκ, εκπαιδευτής οδηγών, εκπαιδευτής σκύλων, εκπαιδευτής λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, εκπαιδευτής στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • εκπίπτω στα πορτογαλικά - cair, deduza, baixar, tirar, fiel, deduzir, descontar, ...
  • εκπαίδευση στα πορτογαλικά - educação, ensino, a educação, formação, de educação
  • εκπαιδευτικός στα πορτογαλικά - educacional, educativo, educativa, educacionais, de ensino
  • εκπαιδευόμενος στα πορτογαλικά - estagiário, formando, aprendiz, estagiária, estagiário de
Τυχαίες λέξεις
Εκπαιδευτής στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: instrutor, instrutor de, professor, instrutor da, instrutora