Εκπαιδευτής στα λιθουανικά
Μετάφραση: εκπαιδευτής, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
instruktorius, instruktoriaus, dėstytojas, instruktorių, instruktoriui
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εκπαιδευτής
εκπαιδευτής δελφινιών, εκπαιδευτής σκύλων κύπρος, εκπαιδευτής κεκ, εκπαιδευτής οδηγών, εκπαιδευτής σκύλων, εκπαιδευτής λεξικό γλώσσας λιθουανικά, εκπαιδευτής στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- εκπίπτω στα λιθουανικά - ruduo, prietema, kristi, atoslūgis, kritimas, Maksimalus greitis aukštos srovės, Atplūdi, ...
- εκπαίδευση στα λιθουανικά - treniravimas, švietimas, ugdymas, švietimo, išsilavinimas, mokymas
- εκπαιδευτικός στα λιθουανικά - mokymo, švietimo, ugdymo, išsilavinimo, mokymosi
- εκπαιδευόμενος στα λιθουανικά - praktikantas, stažuotojas, apmokomas, stažuotojų, stažuotoja
Τυχαίες λέξεις
Εκπαιδευτής στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: instruktorius, instruktoriaus, dėstytojas, instruktorių, instruktoriui
Μεταφράσεις: instruktorius, instruktoriaus, dėstytojas, instruktorių, instruktoriui