Εξομολογητής στα δανικά

Μετάφραση: εξομολογητής, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
skriftefader, Skriftefaderen, skriftefar, bekender, sjælesørger
Εξομολογητής στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εξομολογητής

εξομολογητής λεξικό γλώσσας δανικά, εξομολογητής στα δανικά

Μεταφράσεις

  • εξολοθρεύω στα δανικά - udrydde, udslette, at udrydde, tilintetgøre
  • εξομοιώνω στα δανικά - Tørklæder, Halstørklæder, tørklæde, Scarves
  • εξομολογώ στα δανικά - skrifte, bekende, tilstå, indrømme, bekender
  • εξομολόγηση στα δανικά - skrifte, bekendelse, tilståelse, skriftemål, indrømmelse
Τυχαίες λέξεις
Εξομολογητής στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: skriftefader, Skriftefaderen, skriftefar, bekender, sjælesørger