Εξομολογητής στα ουκρανικά
Μετάφραση: εξομολογητής, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
сповідник, сповідувач, ісповідник, Ісповедник, духівник
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εξομολογητής
εξομολογητής λεξικό γλώσσας ουκρανικά, εξομολογητής στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- εξολοθρεύω στα ουκρανικά - викорініть, викорінювати, викоренити, нищити, знищувати
- εξομοιώνω στα ουκρανικά - прирівнювати, засвоїти, порівнювати, прирівняти, Шарфи, Шарфи Шкарпетки
- εξομολογώ στα ουκρανικά - зізнатися, сповідати, признатися, зізнається, визнавати, визнати, освідчитися, ...
- εξομολόγηση στα ουκρανικά - зізнання, признання, визнання, віросповідання
Τυχαίες λέξεις
Εξομολογητής στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: сповідник, сповідувач, ісповідник, Ісповедник, духівник
Μεταφράσεις: сповідник, сповідувач, ісповідник, Ісповедник, духівник