Εξομολογητής στα σλαβομακεδονικά

Μετάφραση: εξομολογητής, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
исповедник, духовник, исповедник на
Εξομολογητής στα σλαβομακεδονικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εξομολογητής

εξομολογητής λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, εξομολογητής στα σλαβομακεδονικά

Μεταφράσεις

  • εξολοθρεύω στα σλαβομακεδονικά - сотре, истребат, истребува, истреби, ги сотре
  • εξομοιώνω στα σλαβομακεδονικά - марами, шалови, шамии, шала, марамите
  • εξομολογώ στα σλαβομακεδονικά - Признавам, исповеда, исповедаат, исповедаме, признаам
  • εξομολόγηση στα σλαβομακεδονικά - исповед, признание, вероисповед, исповед на, исповедта
Τυχαίες λέξεις
Εξομολογητής στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: исповедник, духовник, исповедник на