Εξομολογητής στα τούρκικα
Μετάφραση: εξομολογητής, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
itirafçı, itirafçısı, confessor, the Confessor, the Confessor'un
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εξομολογητής
εξομολογητής λεξικό γλώσσας τούρκικα, εξομολογητής στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- εξολοθρεύω στα τούρκικα - yok etmek, imha, yok etme, öldürmek, imha etmek
- εξομοιώνω στα τούρκικα - uydurmak, Atkılar, eşarp, Eşarplar, Scarves, Fularlar
- εξομολογώ στα τούρκικα - itiraf etmek, itiraf, itiraf ediyorum, itiraf etmeliyim
- εξομολόγηση στα τούρκικα - itiraf, itirafı, confession, itirafın, bir itiraf
Τυχαίες λέξεις
Εξομολογητής στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: itirafçı, itirafçısı, confessor, the Confessor, the Confessor'un
Μεταφράσεις: itirafçı, itirafçısı, confessor, the Confessor, the Confessor'un