Επίσημα στα δανικά
Μετάφραση: επίσημα, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
officielt, er officielt, officiel, officielt er, officielle
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επίσημα
επίσημα αποτελέσματα δημοτικών εκλογών 2014, επίσημα φορέματα, επίσημα χτενίσματα, επίσημα αποτελέσματα δημοτικών εκλογών, επίσημα αποτελέσματα εκλογών 2014, επίσημα λεξικό γλώσσας δανικά, επίσημα στα δανικά
Μεταφράσεις
- επίπτωση στα δανικά - virkning, udfald, følge, resultat, konsekvens, forekomst, forekomsten, ...
- επίρρημα στα δανικά - adverbium, biord, adverbiet, biordet, adverb
- επίσημος στα δανικά - embedsmand, formel, formelle, formelt, en formel, den formelle
- επίσης στα δανικά - for, også, ligeledes, desuden, endvidere
Τυχαίες λέξεις
Επίσημα στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: officielt, er officielt, officiel, officielt er, officielle
Μεταφράσεις: officielt, er officielt, officiel, officielt er, officielle