Επίσημα στα εσθονικά
Μετάφραση: επίσημα, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
ametlikult, ametliku, riiklikult, on ametlikult
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επίσημα
επίσημα αποτελέσματα δημοτικών εκλογών 2014, επίσημα φορέματα, επίσημα χτενίσματα, επίσημα αποτελέσματα δημοτικών εκλογών, επίσημα αποτελέσματα εκλογών 2014, επίσημα λεξικό γλώσσας εσθονικά, επίσημα στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- επίπτωση στα εσθονικά - lõppema, tagajärg, vastukaja, tulemus, mõju, esinemissagedus, esinemissageduse, ...
- επίρρημα στα εσθονικά - adverb, määrsõna, Nimisõna, määrsõnast, märsõna
- επίσημος στα εσθονικά - ametiisik, formaalne, ametlik, ametnik, ametliku, ametlikku, formaalse
- επίσης στα εσθονικά - ka, liiga, samuti, Lisaks
Τυχαίες λέξεις
Επίσημα στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: ametlikult, ametliku, riiklikult, on ametlikult
Μεταφράσεις: ametlikult, ametliku, riiklikult, on ametlikult