Επίσημα στα πορτογαλικά

Μετάφραση: επίσημα, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
oficialmente, oficial
Επίσημα στα πορτογαλικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: επίσημα

επίσημα αποτελέσματα δημοτικών εκλογών 2014, επίσημα φορέματα, επίσημα χτενίσματα, επίσημα αποτελέσματα δημοτικών εκλογών, επίσημα αποτελέσματα εκλογών 2014, επίσημα λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, επίσημα στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • επίπτωση στα πορτογαλικά - restrito, conclusão, resultar, redundar, efeitos, impressão, consequência, ...
  • επίρρημα στα πορτογαλικά - advérbio
  • επίσημος στα πορτογαλικά - funcionário, oficial, formal, formal de, formais
  • επίσης στα πορτογαλικά - mais, demasiado, demasiadamente, ainda, outrossim, idem, demais, ...
Τυχαίες λέξεις
Επίσημα στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: oficialmente, oficial