Επίσημα στα πολωνικά

Μετάφραση: επίσημα, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
urzędowo, oficjalnie, oficjalnych, oficjalne, oficjalnego
Επίσημα στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: επίσημα

επίσημα αποτελέσματα δημοτικών εκλογών 2014, επίσημα φορέματα, επίσημα χτενίσματα, επίσημα αποτελέσματα δημοτικών εκλογών, επίσημα αποτελέσματα εκλογών 2014, επίσημα λεξικό γλώσσας πολωνικά, επίσημα στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • επίπτωση στα πολωνικά - konsekwencja, reperkusja, wynikać, rezultat, spowodować, odbicie, wynik, ...
  • επίρρημα στα πολωνικά - przysłówek, adverb
  • επίσημος στα πολωνικά - urzędowy, oficjalny, formalny, służbowy, formalistyczny, wizytowy, urzędnik, ...
  • επίσης στα πολωνικά - zarazem, bardzo, wielce, również, nadto, nazbyt, także, ...
Τυχαίες λέξεις
Επίσημα στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: urzędowo, oficjalnie, oficjalnych, oficjalne, oficjalnego