Επαναφέρω στα δανικά

Μετάφραση: επαναφέρω, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
genoprette, gendanne, genskabe, få, genetablere
Επαναφέρω στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: επαναφέρω

επαναφέρω συνώνυμο, επαναφέρω in english, επαναφέρω αγγλικά, πως επαναφέρω, επαναφέρω συνώνυμα, επαναφέρω λεξικό γλώσσας δανικά, επαναφέρω στα δανικά

Μεταφράσεις

  • επαναστατικός στα δανικά - revolutionerende, revolutionær, revolutionære, revolutionært, den revolutionære
  • επαναστατώ στα δανικά - rebel, oprør, gøre oprør, oprører, oprørske
  • επαναφορά στα δανικά - reset, nulstille, nulstilles, nulstiller, nulstillet
  • επανδρώνω στα δανικά - menneske, mand, epandrono
Τυχαίες λέξεις
Επαναφέρω στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: genoprette, gendanne, genskabe, få, genetablere