Κατακραυγή στα δανικά

Μετάφραση: κατακραυγή, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
råb, skrig, ramaskrig, opstandelse, opråb
Κατακραυγή στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κατακραυγή

κατακραυγή για το πρωτοσέλιδο του «πρώτου θέματος», κατακραυγή συνωνυμα, κατακραυγή λεξικό γλώσσας δανικά, κατακραυγή στα δανικά

Μεταφράσεις

  • κατακρίνω στα δανικά - dadle, irettesætte, reprove, revs, straffe, gaa i Rette
  • κατακρατώ στα δανικά - holde, beholde, tilbageholde, at tilbageholde, nægte, tilbageholder, afslå
  • κατακτητής στα δανικά - erobrer, sejrherre, Erobreren, Conqueror, Erobrerens
  • κατακτώ στα δανικά - erobre, besejre, overvinde, at erobre, sejre
Τυχαίες λέξεις
Κατακραυγή στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: råb, skrig, ramaskrig, opstandelse, opråb