Κατακραυγή στα πορτογαλικά
Μετάφραση: κατακραυγή, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
clamor, protestos, protesto, grito, contestação
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κατακραυγή
κατακραυγή για το πρωτοσέλιδο του «πρώτου θέματος», κατακραυγή συνωνυμα, κατακραυγή λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, κατακραυγή στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- κατακρίνω στα πορτογαλικά - censurar, reprovar, repreenda, reprove, reprová, condenai
- κατακρατώ στα πορτογαλικά - observar, poupar, vigiar, guardar, velar, afiado, permanecer, ...
- κατακτητής στα πορτογαλικά - conquistador, vencedor, conqueror, o conquistador, conquistadores
- κατακτώ στα πορτογαλικά - conquiste, conquistar, vencer, conquista, conquistar a, conquistar o
Τυχαίες λέξεις
Κατακραυγή στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: clamor, protestos, protesto, grito, contestação
Μεταφράσεις: clamor, protestos, protesto, grito, contestação