Κατακραυγή στα σουηδικά
Μετάφραση: κατακραυγή, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
larm, skrik, rop, ramaskri, protester, storm, outcry
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κατακραυγή
κατακραυγή για το πρωτοσέλιδο του «πρώτου θέματος», κατακραυγή συνωνυμα, κατακραυγή λεξικό γλώσσας σουηδικά, κατακραυγή στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- κατακρίνω στα σουηδικά - tillrättavisa, tillrätta, tillrättavisar, reprove, bevisa
- κατακρατώ στα σουηδικά - uppehälle, behålla, upprätthålla, hålla, bibehålla, bevara, underhålla, ...
- κατακτητής στα σουηδικά - erövraren, erövrare, Conqueror, besegrare, besegraren
- κατακτώ στα σουηδικά - övervinna, segra, besegra, erövra, vinna, erövrar
Τυχαίες λέξεις
Κατακραυγή στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: larm, skrik, rop, ramaskri, protester, storm, outcry
Μεταφράσεις: larm, skrik, rop, ramaskri, protester, storm, outcry