Κατακραυγή στα λευκορωσικά
Μετάφραση: κατακραυγή, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
пратэст
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κατακραυγή
κατακραυγή για το πρωτοσέλιδο του «πρώτου θέματος», κατακραυγή συνωνυμα, κατακραυγή λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, κατακραυγή στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- κατακρίνω στα λευκορωσικά - ганіць, дакараць, крытыкаваць, мяне дакараць, гудзіць
- κατακρατώ στα λευκορωσικά - страва, гадаваць, спажытак, харчы, харч, спажыва, харчаванне, ...
- κατακτητής στα λευκορωσικά - заваёўнік
- κατακτώ στα λευκορωσικά - пакараць, скараць, заваёўваць
Τυχαίες λέξεις
Κατακραυγή στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: пратэст
Μεταφράσεις: пратэст