Κατακραυγή στα λιθουανικά
Μετάφραση: κατακραυγή, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
šauksmas, protestas, protestų, pasipiktinimas, padaugėjus protestų
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κατακραυγή
κατακραυγή για το πρωτοσέλιδο του «πρώτου θέματος», κατακραυγή συνωνυμα, κατακραυγή λεξικό γλώσσας λιθουανικά, κατακραυγή στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- κατακρίνω στα λιθουανικά - barti, jei pabarsi, prikišti, prikaišioti, papeikti
- κατακρατώ στα λιθουανικά - pragyvenimas, tęsti, laikyti, sulaikyti, neduoti, sustabdyti, išskaičiuoti, ...
- κατακτητής στα λιθουανικά - užkariautojas, nugalėtojas, užkariautoja, Labai partija, lemiamoji partija
- κατακτώ στα λιθουανικά - užkariauti, nugalėti, įveikti, įsitvirtinti, valdyk
Τυχαίες λέξεις
Κατακραυγή στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: šauksmas, protestas, protestų, pasipiktinimas, padaugėjus protestų
Μεταφράσεις: šauksmas, protestas, protestų, pasipiktinimas, padaugėjus protestų