Περιεκτικός στα δανικά

Μετάφραση: περιεκτικός, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
omfattende, samlet, udtømmende, overordnet, samlede
Περιεκτικός στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: περιεκτικός

περιεκτικόσ συνώνυμα, περιεκτικός συνώνυμο, περιεκτικός αγγλικά, περιεκτικός οδηγός business plan, περιεκτικός στα αγγλικά, περιεκτικός λεξικό γλώσσας δανικά, περιεκτικός στα δανικά

Μεταφράσεις

  • περιδιαβάζω στα δανικά - rambled, vandrede
  • περιεκτικά στα δανικά - omfattende, udtømmende, en omfattende, grundigt, udførligt
  • περιεργάζομαι στα δανικά - lirke, Pry, Lirk, snuse, snage
  • περιζώνω στα δανικά - engird
Τυχαίες λέξεις
Περιεκτικός στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: omfattende, samlet, udtømmende, overordnet, samlede