Περιεκτικός στα πορτογαλικά
Μετάφραση: περιεκτικός, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
detalhado, extenso, compreensivo, abrangente, global, abrangentes, exaustiva
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: περιεκτικός
περιεκτικόσ συνώνυμα, περιεκτικός συνώνυμο, περιεκτικός αγγλικά, περιεκτικός οδηγός business plan, περιεκτικός στα αγγλικά, περιεκτικός λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, περιεκτικός στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- περιδιαβάζω στα πορτογαλικά - divagava, divagou, rambled, divaguei, tagarelou
- περιεκτικά στα πορτογαλικά - exaustivamente, de forma abrangente, compreensivamente, abrangente, forma abrangente
- περιεργάζομαι στα πορτογαλικά - par, alavanca, pry, de alavanca, usurpação, alavanca de
- περιζώνω στα πορτογαλικά - embaixada, enterrar, engird
Τυχαίες λέξεις
Περιεκτικός στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: detalhado, extenso, compreensivo, abrangente, global, abrangentes, exaustiva
Μεταφράσεις: detalhado, extenso, compreensivo, abrangente, global, abrangentes, exaustiva