Πετυχαίνω στα δανικά

Μετάφραση: πετυχαίνω, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
lykkes, succes, få succes, lykkedes
Πετυχαίνω στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πετυχαίνω

πετυχαίνω τουσ στόχουσ μου, πετυχαίνω κλιση, πετυχαίνω τη συμφωνία, πετυχαίνω μεταφραση, πετυχαίνω συνώνυμα, πετυχαίνω λεξικό γλώσσας δανικά, πετυχαίνω στα δανικά

Μεταφράσεις

  • πετσετάκι στα δανικά - serviet, mellemlægsserviet, dug, doily
  • πετσοκόβω στα δανικά - hack, banalisere, hacker
  • πετυχημένος στα δανικά - vellykket, succesfuld, succes, en succes, vellykkede
  • πετώ στα δανικά - kaste, flue, flyve, fly, flyver, føre, at flyve
Τυχαίες λέξεις
Πετυχαίνω στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: lykkes, succes, få succes, lykkedes