Πετυχαίνω στα πορτογαλικά
Μετάφραση: πετυχαίνω, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
suceda, conseguir, lograr, suceder, sucesso, ter sucesso, ter êxito
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πετυχαίνω
πετυχαίνω τουσ στόχουσ μου, πετυχαίνω κλιση, πετυχαίνω τη συμφωνία, πετυχαίνω μεταφραση, πετυχαίνω συνώνυμα, πετυχαίνω λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, πετυχαίνω στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- πετσετάκι στα πορτογαλικά - sesta, guardanapo, doily, do doily, doily do, o doily
- πετσοκόβω στα πορτογαλικά - golpear, inclinar, picareta, cortar, mercenário, corte, truque
- πετυχημένος στα πορτογαλικά - bem sucedido, sucedido, bem sucedida, de sucesso
- πετώ στα πορτογαλικά - animal, atirar, arremessar, mandril, lançar, caçador, arremesso, ...
Τυχαίες λέξεις
Πετυχαίνω στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: suceda, conseguir, lograr, suceder, sucesso, ter sucesso, ter êxito
Μεταφράσεις: suceda, conseguir, lograr, suceder, sucesso, ter sucesso, ter êxito