Πετυχαίνω στα ιταλικά
Μετάφραση: πετυχαίνω, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
riuscire, seguire, avere successo, successo, riuscirà, succedere
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πετυχαίνω
πετυχαίνω τουσ στόχουσ μου, πετυχαίνω κλιση, πετυχαίνω τη συμφωνία, πετυχαίνω μεταφραση, πετυχαίνω συνώνυμα, πετυχαίνω λεξικό γλώσσας ιταλικά, πετυχαίνω στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- πετσετάκι στα ιταλικά - salvietta, tovagliolo, centrino, doily, centrino di, il doily
- πετσοκόβω στα ιταλικά - tagliare, frustare, taglio, trucco, mod
- πετυχημένος στα ιταλικά - di successo, successo, riuscita, riuscito, con successo
- πετώ στα ιταλικά - buttare, zampillo, avventare, gettare, getto, lanciare, tiro, ...
Τυχαίες λέξεις
Πετυχαίνω στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: riuscire, seguire, avere successo, successo, riuscirà, succedere
Μεταφράσεις: riuscire, seguire, avere successo, successo, riuscirà, succedere