Πρίζα στα δανικά
Μετάφραση: πρίζα, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
socket, sokkel, stikket, soklen
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πρίζα
πρίζα τηλεφώνου, πρίζα με χρονοδιακόπτη, πρίζα αυτοκινητου, πρίζα τηλεφώνου συνδεσμολογία, πρίζα rj45, πρίζα λεξικό γλώσσας δανικά, πρίζα στα δανικά
Μεταφράσεις
- πρήξιμο στα δανικά - hævelse, hævelser, hævede, kvældning, ekspandering
- πρίγκιπας στα δανικά - prins, Prince, prinsen, fyrste, Fyrsten
- πραγματάκι στα δανικά - thingy, dims, ved nok
- πραγματεία στα δανικά - afhandling, afhandlingen, skrift, Skriftet
Τυχαίες λέξεις
Πρίζα στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: socket, sokkel, stikket, soklen
Μεταφράσεις: socket, sokkel, stikket, soklen