Πρίζα στα εσθονικά
Μετάφραση: πρίζα, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
punn, pistik, sokkel, pistikupesa, pesa, socket, pistikupessa, pessa
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πρίζα
πρίζα τηλεφώνου, πρίζα με χρονοδιακόπτη, πρίζα αυτοκινητου, πρίζα τηλεφώνου συνδεσμολογία, πρίζα rj45, πρίζα λεξικό γλώσσας εσθονικά, πρίζα στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- πρήξιμο στα εσθονικά - pundumine, paistetus, turse, turset, tursed, paistetust
- πρίγκιπας στα εσθονικά - vürst, prints, aadlik, Prince, printsi, vürsti
- πραγματάκι στα εσθονικά - Jutt, Vehje, See üks tüüp, üks tüüp
- πραγματεία στα εσθονικά - dissertatsioon, väitekiri, uurimus, traktaat, traktaadi, traktaadis, käsitlus
Τυχαίες λέξεις
Πρίζα στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: punn, pistik, sokkel, pistikupesa, pesa, socket, pistikupessa, pessa
Μεταφράσεις: punn, pistik, sokkel, pistikupesa, pesa, socket, pistikupessa, pessa