Πρίζα στα πορτογαλικά
Μετάφραση: πρίζα, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
arranque, bucha, colher, peúga, rolha, tampa, soquete, tomada, encaixe, de soquete, tomada para
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πρίζα
πρίζα τηλεφώνου, πρίζα με χρονοδιακόπτη, πρίζα αυτοκινητου, πρίζα τηλεφώνου συνδεσμολογία, πρίζα rj45, πρίζα λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, πρίζα στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- πρήξιμο στα πορτογαλικά - inchamento, inchar, inchaço, edema, o inchaço, tumefacção
- πρίγκιπας στα πορτογαλικά - príncipe, primitivo, prince, o Príncipe, chefe
- πραγματάκι στα πορτογαλικά - bagatela, numa, bugiganga, futilidade, coisinha, thingy de
- πραγματεία στα πορτογαλικά - tratado, treatise, tratado de, dissertação
Τυχαίες λέξεις
Πρίζα στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: arranque, bucha, colher, peúga, rolha, tampa, soquete, tomada, encaixe, de soquete, tomada para
Μεταφράσεις: arranque, bucha, colher, peúga, rolha, tampa, soquete, tomada, encaixe, de soquete, tomada para