Πρίζα στα ιταλικά

Μετάφραση: πρίζα, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
spina, turare, incavo, turacciolo, tappare, legatura, tappo, tampone, presa di corrente, presa, zoccolo, presa di, presa a
Πρίζα στα ιταλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πρίζα

πρίζα τηλεφώνου, πρίζα με χρονοδιακόπτη, πρίζα αυτοκινητου, πρίζα τηλεφώνου συνδεσμολογία, πρίζα rj45, πρίζα λεξικό γλώσσας ιταλικά, πρίζα στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • πρήξιμο στα ιταλικά - gonfiore, rigonfiamento, il gonfiore, gonfiori, gonfiamento
  • πρίγκιπας στα ιταλικά - principe, prince, del Principe, il Principe
  • πραγματάκι στα ιταλικά - inezia, nonnulla, bazzecola, thingy, thingy di, coso
  • πραγματεία στα ιταλικά - trattato, trattato di, trattazione
Τυχαίες λέξεις
Πρίζα στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: spina, turare, incavo, turacciolo, tappare, legatura, tappo, tampone, presa di corrente, presa, zoccolo, presa di, presa a