Πρωτόγονος στα δανικά
Μετάφραση: πρωτόγονος, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
primitive, primitiv, primitivt
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πρωτόγονος
πρωτόγονος συνώνυμα, πρωτόγονος άνθρωπος, πρωτόγονος ετυμολογία, πρωτόγονος παλεύει με κροκόδειλο, πρωτόγονος λεξικό γλώσσας δανικά, πρωτόγονος στα δανικά
Μεταφράσεις
- πρωτοπόρος στα δανικά - foregangsmand, pioner, Pioneer, pioner inden, pioneren
- πρωτοτυπία στα δανικά - originalitet, originaliteten, originale, original
- πρωτότυπο στα δανικά - prototype, original, oprindelige, originale, originalen, oprindelig
- πρωτότυπος στα δανικά - original, oprindelig, oprindelige, originale, originalen
Τυχαίες λέξεις
Πρωτόγονος στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: primitive, primitiv, primitivt
Μεταφράσεις: primitive, primitiv, primitivt