Πρωτόγονος στα εσθονικά

Μετάφραση: πρωτόγονος, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
rikkumatu, neitsilik, primitiivne, algeline, primitiivse, primitiivsed, primitiivsete
Πρωτόγονος στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πρωτόγονος

πρωτόγονος συνώνυμα, πρωτόγονος άνθρωπος, πρωτόγονος ετυμολογία, πρωτόγονος παλεύει με κροκόδειλο, πρωτόγονος λεξικό γλώσσας εσθονικά, πρωτόγονος στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • πρωτοπόρος στα εσθονικά - pioneer, teerajaja, teerajajaks
  • πρωτοτυπία στα εσθονικά - originaalsus, originaalsust, omapära, originaalsuse, originaalsusega
  • πρωτότυπο στα εσθονικά - koopia, joonis, plaan, prototüüp, proovieksemplar, originaal, esialgse, ...
  • πρωτότυπος στα εσθονικά - originaalne, algupärane, originaal, esialgse, originaali, algse, esialgne
Τυχαίες λέξεις
Πρωτόγονος στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: rikkumatu, neitsilik, primitiivne, algeline, primitiivse, primitiivsed, primitiivsete